Με την ευρεία έννοια του όρου το Ποινικό Δίκαιο αποτελεί το σύνολο των κανόνων Δικαίου που ρυθμίζουν τον τρόπο άσκησης της Ποινικής εξουσίας, (δηλαδή της επιβολής των προβλεπομένων ποινών επί αδικοπραξιών), μιας Πολιτείας, από θεσμοθετημένα όργανα όπως προβλέπει το Σύνταγμα της κάθε χώρας.
==Στάδια ανέλιξης==
Το σύγχρονο Ποινικό Δίκαιο έχει αποκλειστικά δημόσιο χαρακτήρα και ο εξ αυτού ποινικός κολασμός επιχειρείται εν όψει πάντα του δημοσίου συμφέροντος. Αυτό αποτελεί και την κατάληξη της ανέλιξής του.
Από ιστορική άποψη (σε παγκόσμιο επίπεδο) το Ποινικό Δίκαιο διήλθε τρία στάδια:
Στο πρώτο στάδιο και ειδικά στο πρώιμο, το έγκλημα θεωρούνταν “ύβρις” κατά της θεότητας, η δε ποινή θεωρούνταν εκδίκηση που επείχε ιερού χαρακτήρα και που συνίστατο συνήθως στην αποβολή του δράστη από τη θρησκευτική κοινότητα. Συνεπώς οι διάφορες μυθολογίες έδωσαν και τους πρώτους ποινικούς κανόνες. Στη δεύτερη φάση (αρχαία ιστορική πλέον περίοδο) το έγκλημα θεωρείται ότι προσβάλλει τα συμφέροντα της κοινωνικής ομάδας που συγκροτείται στην κοινότητα εξ αίματος, η δε ποινή ήταν η επιβεβλημένη εκδίκηση που αντέτασσε η ομάδα του παθόντα κατά της ομάδας του δράστη.
Δεύτερο στάδιο είναι εκείνο στο οποίο και φαίνεται να διαπλάσθηκε το σύστημα των συμβάσεων (compositions) κατά το οποίο μπορούσε να αποφευχθεί η εκδίκηση, αν καταβάλλονταν αποζημίωση. Αρχικά τόσο ο παθών όσο και οι συγγενείς του μπορούσαν να επιλέξουν μεταξύ αποζημίωσης και εκδίκησης, αργότερα όμως κατέστη υποχρεωτική η αποδοχή της αποζημίωσης, που μόνο αν δεν καταβαλλόταν, ανέκυπτε δικαίωμα εκδίκησης.
Το Τρίτο στάδιο αποτελεί και την τελευταία εξέλιξη όπου το έγκλημα χαρακτηρίζεται προσβολή της έννομης τάξης και η ποινή πλέον είναι η Πολιτειακή αντίδραση για τη προστασία αυτής της έννομης τάξης.
==Διάκριση Π.Δ.==
Το Ποινικό Δίκαιο διακρίνεται: στο Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο και στην Ποινική Δικονομία.
1. Το Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο αποτελεί το σύνολο των κανόνων του δικαίου που καθορίζουν τις πράξεις εκείνες που χαρακτηρίζονται ως εγκλήματα καθώς και την απειλουμένη κύρωση (τιμωρία) που θα πρέπει να επιβληθεί (είτε ως ποινή, είτε ως μέτρο ασφαλείας) στο δράστη των πράξεων αυτών.
2. Η Ποινική Δικονομία αποτελεί το σύνολο των κανόνων του δικαίου που καθορίζουν αφενός την αρμοδιότητα των θεσμοθετημένων οργάνων (Υπηρεσιών, και των εξ΄ αυτών προσώπων) της Πολιτείας και αφετέρου την διαδικασία δράσης των οργάνων αυτών προκειμένου να βεβαιώσουν την ενοχή του κατηγορουμένου ώστε να επιβάλουν σ΄ αυτόν, την από το Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο, προβλεπόμενη ποινική κύρωση. Συνεπώς οι κανόνες του Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου παραμένουν ενεργοί δια των κανόνων της Ποινικής Δικονομίας.
Από τη σχέση αυτή των παραπάνω διακρίσεων του Ποινικού Δικαίου συνάγεται ότι οι κανόνες του Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου προηγούνται εκείνων της Ποινικής Δικονομίας που ακολουθούν ως «υπηρέτες κανόνες» των πρώτων και ακόμη πως η έλλειψη της μιας εκ των δύο διακρίσεων φέρει σε πλήρη αδυναμία την άλλη.
Ουσιώδεις όμως διαφορές μεταξύ των ουσιαστικών κανόνων και των δικονομικών του Ποινικού Δικαίου που αποτελούν και την πρακτική αξία της διάκρισης αυτής, συνοπτικά, είναι:
α) Η προσβολή των πρώτων αποτελεί πάντοτε λόγο αναίρεσης τόσο για τα βουλεύματα όσο και για τις αποφάσεις. Αντίθετα η προσβολή των κανόνων της Ποινικής Δικονομίας αποτελεί λόγο αναίρεσης μόνο όπου ο νόμος το ορίζει.
β) Οι ουσιαστικοί ποινικοί κανόνες θεμελιώνουν ή επαυξάνουν το αξιόποινο (π.χ. παραβάσεις του Κ.Ο.Κ.), δεν μπορούν όμως να εφαρμοσθούν αναδρομικά αλλά ούτε και αναλογικά. Αντίθετα οι δικονομικοί κανόνες (που θεωρούνται ρυθμιστικοί και δεν απειλούν ποινές) και αναδρομική δύναμη (κατά τη κρατούσα πάντα αντίληψη) έχουν, αλλά και αναλογίας μπορούν να τύχουν.
Το Ποινικό Δίκαιο αποτελεί σήμερα ειδική Νομική επιστήμη στην οποία περιλαμβάνονται αυτή καθαυτή η Νομική Ποινική Επιστήμη, η Εγκληματολογία και η Ποινολογία ή Ποινικολογία συνεπικουρούμενες από τις Φιλοσοφία, Ιατροδικαστική, Ψυχιατρική, Δικαστική Ψυχολογία, και την Εγκληματολογική Στατιστική.
==Εργο του Ποινικού Δικαίου==
Το αντικείμενο έρευνας και μελέτης του Ποινικού Δικαίου διακρίνεται στους ακόλουθους τομείς:
==Πηγές άσκησης==
Κύριες πηγές άσκησης του Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου στην Ελλάδα είναι ο Ποινικός Κώδικας (ΠΔ.283/1985 – ΦΕΚ Α-106/1985), ενώ του Ελληνικού Ποινικού Δικονομικού Δικαίου ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (Ν. 1493/17-8-1950) που τέθηκε σε εφαρμογή την 1 Ιανουαρίου 1951 και όπως έχουν αυτοί τροποποιηθεί μέχρι σήμερα. Ανεξάρτητα αυτών υπάρχουν και άλλοι Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι – Κώδικες προγενέστεροι ή μεταγενέστεροι αυτών. Τελευταία, αμφότερα δέχθηκαν σημαντικότατες τροποποιήσεις, αρχικά με τους Νόμους 4619/11-6-2019 και Ν4620/11-6-2019 και κατόπιν με τους Ν. 4623,4637/2019 και Ν.4623,4637 και 4640/2019.
==Διάκριση Ποινικού Δικαίου.==
Το Π.Δ. ανάλογα του περιεχομένου και της ακολουθούμενης νομοτεχνικής των κανόνων που το διέπουν διακρίνεται σε:
Α) Κοινό και ιδιαίτερο ποινικό δίκαιο,
Β) καθολικό και μερικό ποινικό δίκαιο, και
Γ) Γενικό και ειδικό ποινικό δίκαιο
==Σκοπός – λογική του Ποινικού Δικαίου==
Θεμελιώδης σκοπός του Ποινικού Δικαίου είναι η διασφάλιση του κοινωνικού συμφέροντος. Η διασφάλιση αυτή, που επιτυγχάνεται ως ρυθμός της κοινωνικής ζωής μέσα στα όρια μιας πολιτείας, παρουσιάζει διττή λειτουργία. Αφενός ως προστασία των εννόμων αγαθών και αφετέρου ως προστασία του ίδιου του ατόμου από τυχόν αυθαιρεσία των κρατικών οργάνων. Έτσι τόσο οι ορισμοί (προσδιορισμός) των εγκλημάτων όσο και οι ποινές που επισύρουν αυτά καθορίζονται από τον Π.Δ. και όχι από την ελεύθερη κρίση του κάθε δικαστή.
Η δε λογική που διέπει τους κανόνες του Π.Δ. είναι η διαφοροποίηση μέσα από το γενικό σύνολο των αδικημάτων ορισμένων, που τα καθιστά εγκλήματα. Για τον κολασμό αυτών των συγκεκριμένων αδικημάτων που καλούνται εγκλήματα ή εγκληματικές πράξεις, ή ποινικά αδικήματα, η Πολιτεία απειλεί, καταγιγνώσκει και εκτελεί συγκεκριμένη ποινή ή μέτρο ασφαλείας. Αυτό είναι και το περιεχόμενο της ποινικής αξίωσης της Πολιτείας. Βέβαια σ΄ ένα ευνομούμενο κράτος η ποινική εξουσία δεν είναι απεριόριστη, αλλά αυτοπεριορίζεται από τις απαραίτητες «προϋποθέσεις ποινικής αξίωσης» που απαιτούνται (θετικές ή αρνητικές), για την άσκησή της.
Επικοινωνήστε με το γραφείο μας για την υπόθεσή σας.